- ἐπελθεῖν
- ἐπέρχομαιcome uponaor inf act (attic epic doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
наити — (122), НАИД|ОУ, ЕТЬ гл. 1.Прийти, явиться: нѣ въ кы˫а же цр҃кве наидоша. и въ дрѹгы˫а вънити тако же покѹшахѹсѧ (ἐπέβησαν) КЕ XII, 150а; иѥзекии славныи пр҃ркъ… въ времѧ пленени˫а нашедъ въ землю халкидоньскѹю дасть чюдо вельѥ Пр 1383, 119в;… … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
μέτριος — α, ο (ΑΜ μέτριος, ία, ον, Α θηλ. και ος, αιολ.τ. μέτερρος) 1. αυτός που έχει την ορθή αναλογία, που υπάρχει ή γίνεται με μέτρο, κανονικός, μέσος (α. «μέτριο ανάστημα» β. «μέτρια θερμοκρασία» γ. «ἁπτόμενοι δὲ σφι ἐπελθεῑν ἄνδρας σμικροὺς μετρίων… … Dictionary of Greek
ναυτικός — ή, ὁ (ΑΜ ναυτικός, ή, όν) [ναύτης] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο πλοίο ή στη ναυτιλία 2. το αρσ. ως ουσ. ο ναυτικός αυτός που εργάζεται σε πλοίο είτε ως απλός ναύτης είτε ως βαθμοφόρος 3. το θηλ. ως ουσ. η ναυτική γνώση και εμπειρία ή… … Dictionary of Greek